Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2019

Ο Βαρκαλάς

Ο Βαρκαλάς

 

Οφείλει την ονομασία του στη μορφή της πρύμης του, που σταματά απότομα και διαμορφώνεται σε παπαδιά, στο `πάνω μέρος του ποδοστήματός του. Προπολεμικά, οι Βαρκαλάδες κατασκευάζονταν σε μεγάλες διαστάσεις που έφταναν τη χωρητικότητα των 180 τόνων. Στις μέρες μας, μικρότερα σκάφη αυτού του τύπου συνεχίζονται να κατασκευάζονται σποραδικά.
Στο Σχέδιο 4 φαίνονται οι Ναυπηγικές Γραμμές ενός Βαρκαλά με τα εξής χαρακτηριστικά: Μήκος ολικό 13,20 μ., μήκος ισάλου 12,60 μ. πλάτος 4,50 μ., έξαλα πλώρης μέχρι το κατάστρωμα 1,20 μ., έξαλα πλώρης μέχρι την κουπαστή 1,76 μ., έξαλα πρύμης μέχρι το κατάστρωμα 0,96 μ., έξαλα πρύμης μέχρι την κουπαστή 1,40 μ., βύθισμα 1,50 μ. Παρόμοια με το Βαρκαλά είναι η Συμιακή Σκάφη, και οι Μικροί Βαρκαλάδες. Η Συμιακή Σκάφη κατασκευάζονταν μόνο στη Σύμη σε μήκη της τάξης των 10 μ. Η παπαδιά της ήταν υπερυψωμένη και το κοράκι της ευθύγραμμο και με μεγάλη κλίση προς τα πρώρα. Οι Μικροί Βαρκαλάδες είναι συνήθως βάρκες μήκους μικρότερου των 8 μ., με καθρέπτη πρύμης και ονομάζονται Παπαδιές. Στην Ύδρα
κατασκευαζόταν με την ονομασία Βαρκαλάδες της Ύδρας, σε μήκη 4,90 – 5,20 μ.

πηγή www.ortsa.gr

Το Πέραμα

Το Πέραμα

 

Είναι ένα γνήσιο ελληνικό σκαρί, κατάλληλο για τη θάλασσα του Αιγαίου με τα συχνά και μικρού μήκους κύματά της. Το ιδιότυπο οξύπρωρο και οξύπρυμνο αυτό σκαρί είναι ένα καθαρά φορτηγό σκάφος, μέσου και μεγάλου μεγέθους. Το εκτόπισμά του έφτασε τους 400 – 500 τόνους. Το κύριο χαρακτηριστικό του ήταν οι διαμορφώσεις της περιοχής του παραπέτου στην πλώρη και στην πρύμη. Στην πλώρη το παραπέτο διακόπτονταν με έναν κάθετο “καθρέπτη” που άρχιζε από το κατάστρωμα, ενώ στην πρύμη το παραπέτο διαμορφώνονταν με ένα καμπυλωμένο κόψιμο, δεξιά και αριστερά, που έφτανε μέχρι το ποδόστημα.
Τα πρώτα Περάματα ξεκίνησαν να κατασκευάζονται στη Σύρο και με την πάροδο των χρόνων η κατασκευή τους εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα. Στις μέρες μας, δεν κατασκευάζονται σκάφη τέτοιου τύπου. Μόνο παλαιά υπάρχοντα Περάματα μετασκευάζονται σε σκάφη αναψυχής ή σε τουριστικά.


 Στο Σχέδιο 3 φαίνονται οι Ναυπηγικές Γραμμές ενός Περάματος μετασκευασμένου σε πλωτή καφετέρια με το όνομα Armida. Τα κύρια χαρακτηριστικά του σκάφους είναι: Μήκος ολικό 25,80 μ., μήκος ισάλου 22,20 μ., πλάτος μέγιστο 8,26 μ., έξαλα πλώρης μέχρι το κατάστρωμα 2,95 μ., έξαλα πλώρης μέχρι την κουπαστή 3,95 μ., έξαλα πρύμης μέχρι το κατάστρωμα 2,40 μ., έξαλα πρύμης μέχρι την κουπαστή 3,40 μ., βύθισμα 2,65 μ. Παρόμοιο με το Πέραμα είναι το Τσερνίκι. Το Τσερνίκι κατασκευάζονταν σε μήκη μέχρι 15 μ. χωρίς “καθρέπτες” και με κοράκι τοποθετημένο πιο λοξά προς τα πρώρα, απ’ αυτό του Περάματος. Τα Τσερνίκια ήταν στενότερα στο κατάστρωμα και με μεγαλύτερο βύθισμα από τα αντίστοιχα Περάματα. Τσερνίκια κατασκευάζονταν και σε μέγεθος βάρκας μικρότερα από 8 μ. Στις μέρες μας, δεν κατασκευάζονται σκάφη τέτοιου τύπου.

πηγή www.ortsa.gr 

Τρεχαντήρι


Είναι το πιο αγαπητό, καλοτάξιδο και γνήσιο ελληνικό σκαρί. Η κατασκευή του άρχισε από τα μέσα του 17ου αιώνα. Το σκάφος είναι οξύπρωρο και οξύπρυμνο. Το μήκος του Τρεχαντηριού έφτανε τα 25 – 30 μ. Χαρακτηριστικό της μορφής του είναι το μεγάλο κύρτωμα του κορακιού του, που καταλήγει σ’ ένα είδος κεφαλής και του μυτερού ποδοστήματός του, που είναι ή πλησιάζει την ευθεία γραμμή.
Η χρήση του Τρεχαντηριού κάλυψε και καλύπτει όλους σχεδόν τους τομείς της ναυτικής δραστηριότητας. Η πιο διαδεδομένη χρήση του είναι για επαγγελματική αλιεία, αν και στο παρελθόν χρησιμοποιήθηκε σαν εμπορικό και σαν σφουγκαράδικο. Στις μέρες μας είναι πολύ δημοφιλές, περισσότερο για αναψυχή.
Πατρίδα των Τρεχαντηριών θεωρείται η Ύδρα, αν και το περίφημο αυτό σκάφος έχει κατασκευασθεί και κατασκευάζεται με επιτυχία, ακόμη και σήμερα, στη Σύρο, στην Καβάλα, στη Σάμο, στο Πέραμα, κ.α.

Το μεγάλο πλάτος του αναλογικά με το μήκος του είναι ο κυριότερος παράγοντας της ασύγκριτης ευστάθειας, που διαθέτει το σκάφος, σε συνδυασμό με το φορμάρισμα της πλώρης, της πρύμης και των νομέων του. Έτσι, θεωρείται και είναι το θαλασσινότερο σκαρί στη συχνά τρικυμιώδη ελληνική θάλασσα. Μια μεταπολεμική παραλλαγή της γάστρας του Τρεχαντηριού ήταν τα σκάφη που είχαν τη πλώρη τους με μορφή Τρεχαντηριού και την πρύμη τους με μορφή Καραβόσκαρου.

 Στο Σχέδιο 1 φαίνονται οι Ναυπηγικές Γραμμές ενός Τρεχαντηριού, ειδικά μελετημένου για αναψυχή και υπερπόντιες κρουαζιέρες, με τα εξής χαρακτηριστικά: Μήκος ολικό 14,95 μ., μήκος ισάλου 13,25 μ., πλάτος μέγιστο 4,80 μ., έξαλα πλώρης μέχρι το κατάστρωμα 1,34 μ., έξαλα πλώρης μέχρι την κουπαστή 1,84 μ., έξαλα πρύμης μέχρι το κατάστρωμα 1,07 μ., έξαλα πρύμης μέχρι την κουπαστή 1,54 μ., βύθισμα 1,52 μ., εκτόπισμα 25 τόνοι, επιφάνεια πανιών 92 τ.μ., πετρελαιομηχανή 150 ίππων, ταχύτητα 8 κόμβοι, καύσιμα 1600 λίτρα, νερό 1500 λίτρα.
Παρόμοια με το Τρεχαντήρι είναι το Γατζάο, ο Μπότης, η Τράτα και οι βάρκες τύπου Γάιτα. Το Γατζάο κατασκευάζονταν στα Επτάνησα και η μορφή του ήταν επηρεασμένη από τα Αιγαιοπελαγίτικα Τρεχαντήρια, μεγέθους ίδιου με το μέγεθος των Τρεχαντηριών και χρησιμοποιούνταν περισσότερο για εμπορικούς σκοπούς. Ο Μπότης είναι σκάφος παρόμοιο με το Τρεχαντήρι μόνο που το κοράκι και το ποδόστημα του είναι ευθύγραμμα αντί για κυρτά. Μικροί Μπότηδες κάτω από 6,00 μ. χρησιμοποιούνται σαν βάρκες. Στη Β. Ελλάδα είναι γνωστοί σαν Γούτσοι, ενώ στην Αργολίδα, στις Σπέτσες και στις Κυκλάδες σαν Κούτουλες. Η Τράτα είναι το στενότερο κωπήλατο σκάφος από όλα τα παρόμοια που ανήκουν στο τύπο των Τρεχαντηριών και στην περιοχή του κορακιού της έχει στερεωμένο ένα ξύλινο έμβολο, που χρησιμεύει για το είδος της αλιείας που γίνεται με αυτό το σκάφος. Το μήκος μιας Τράτας μπορεί να φτάσει τα 15 μ.


 Στο Σχέδιο 2 φαίνονται οι Ναυπηγικές Γραμμές μιας Τράτας μήκους 12,00 μ. και πλάτους 2,58 μ. Η Γάιτα είναι παρόμοια με τον Μπότη, μόνο που το κοράκι και το ποδόστημά της είναι κυρτά και κατασκευάζεται σε μέγεθος βάρκας που δεν ξεπερνά τα 6 μ.


πηγή www.ortsa.gr